Όντας περήφανοι για τους καλλιτέχνες που 'γεννάει' η Ήπειρος με την στόφα του Γιάννη Καλπούζου, την πολυμορφική έμπνευσή του, την ευγένεια στην ψυχή, την αγάπη για την περιοχή του και συγκεκριμένα την Άρτα από την οποία κατάγεται, το γιαννιώτικο περιοδικό ''ΕΠΙΛΟΓΕΣ'', τον προσέγγισε πριν λίγες μέρες για μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη... ... Πότε ξύπνησε μέσα σας η ανάγκη να εκφράσετε αυτά που νιώθετε γραπτώς; Θα έλεγα ότι γράφω από πάντα, χωρίς να σκέφτομαι να γίνω συγγραφέας ή ποιητής. Έγραφα στιχάκια και τα χρησιμοποιούσα ως ερωτικό ελιξίριο ή σκάρωνα παραμύθια και ιστορίες με μεγάλη ευκολία από παιδί. Το 1990 και το 1992 τύπωσα δυο πρωτόλειες ποιητικές συλλογές μετά από την προτροπή φίλων, σε ιδιωτική έκδοση, και συνέχισα γράφοντας στίχους για τραγούδια από το 1995. Ωστόσο το ξεκίνημα μου στη λογοτεχνία και η ανάγκη μου να εκφράσω με σοβαρότητα και πολύ δουλειά όσα με ενδιαφέρουν έγινε το 2000 και ουσιαστικά το 2002 με τη συλλογή διηγημάτων «Μόνο να τους άγγιζα», που τυπώθηκε από τις εκδόσεις Κέδρος. Γεννιέται κανείς ή γίνεται συγγραφέας; Γεννιέται με το ταλέντο ή αυτό πλάθεται στην παιδική του ηλικία. Το ταλέντο όμως είναι ακατέργαστο διαμάντι. Στη συνέχεια, και εφόσον οι συγκυρίες και οι συνθήκες επιτρέψουν να το ανακαλύψει, απαιτείται καλλιέργεια, πολύ δουλειά, συνεχής άσκηση και μαθητεία και πάνω απ' όλα σε βάθος παρατήρηση του έσω και έξω κόσμου. Η συγγραφική σας ταυτότητα διαμορφώνεται ανάλογα με ό,τι γράφετε ή διατηρείτε έναν συγκεκριμένο τρόπο πάντα; Κανένας άνθρωπος δεν αποτελεί μονοσήμαντη προσωπικότητα, πόσο μάλλον ένας συγγραφέας που καταδύεται στα μύχια των ψυχών των ηρώων του και υποδύεται, οιονεί ως πραγματικότητα, τους εκάστοτε ρόλους. Με αυτήν την έννοια οι ίδιοι οι ήρωες, το κείμενο γενικότερα και το είδος της γραφής προσδιορίζουν κατά περίπτωση και έως ένα βαθμό τη συγγραφική μου ταυτότητα. Ωστόσο δεν αλλάζει το όραμα μου, ο βασικός άξονας της λογοτεχνικής αισθητικής μου και ό,τι θεωρώ αξίες, αρετές και αρχές, ενώ πυλώνας κάθε έργου μου είναι πάντα η γλώσσα. Έχετε αποκρυπτογραφήσει και εντοπίσει τις δικές σας συγγραφικές εμμονές; Εμμονή, με την έννοια της σταθερής προσήλωσης, εντοπίζω στη γλώσσα και στο ενδιαφέρον μου για τα καθημερινά πρόσωπα κι όχι για τα σημαίνοντα κατά την επίσημη ιστορία και τη γενικότερα επικρατούσα άποψη. Όμως αυτό το θεωρώ αρετή. Εμμονές, με την έννοια της πεισματικής επιμονής είτε σε θέματα που καταντούν μανιέρα με σκοπό τη σίγουρη επιτυχία, είτε σε επαναλαμβανόμενα κεντρικά στοιχεία ή λογοτεχνικές φόρμες δεν θεωρώ ότι έχω. Τι είδος μουσικής προτιμάτε να ακούτε κατά την διάρκεια της συγγραφής; Ακούω μουσική για να προετοιμάσω την ατμόσφαιρα, ως πρόσκληση στην έμπνευση και καθαρτήριο της ψυχής. Κατά κάποιο τρόπο λειτουργούν όπως η κολυμβήθρα του Σιλωάμ, με τη διαφορά ότι εδώ οι αμαρτίες έχουν να κάνουν με την ψυχική φόρτιση από την καθημερινή ζωή και όσα συμβαίνουν στη γειτονιά του κόσμου που δεν με αφήνουν ανεπηρέαστο. Όμως την ώρα της γραφής και ειδικά όταν πρόκειται για πεζό λόγο, δεν ακούω τίποτε, παρά τις μουσικές της φαντασίας μου. Στο στάδιο της ψυχικής προετοιμασίας ακούω συνήθως συμφωνική μουσική, τη λεγόμενη κλασική, αλλά και μπλουζ, τζαζ, ροκ και ποιοτικά ελληνικά τραγούδια. Σε ό,τι όμως αφορά την ποίηση, ακούω και πριν και κατά τη διάρκεια της γραφής ηπειρώτικα και κυρίως μοιρολόγια. Σπάνια άλλες μουσικές. Με μετουσιώνει και με απογειώνει αυτή η γενναία θλίψη τους. Ακούγοντας ηπειρώτικα, έγραψα σχεδόν το σύνολο των ποιητικών μου συλλογών. Η πορεία σας είναι πολύπλευρη. Ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα, τραγούδια, και για παιδικό θέατρο. Δεν βάζετε στεγανά στην τέχνη σας. Έχετε μεγαλύτερη κλίση σε κάτι από όλα αυτά ή σας 'βρίσκει'η έμπνευση σύμφωνα με τις χρονικές περιόδους της ζωής σας; Ό,τι κάνω έχει σχέση με το λόγο. Το τραγούδι λειτούργησε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν προσχεδιασμένο, ως άσκηση και μαθητεία, μέχρι να περάσω στη λογοτεχνία. Πλέον η ποίηση και ο πεζός λόγος μονοπωλούν το ενδιαφέρον μου. Σε κάθε περίπτωση, το ένα είδος τροφοδοτεί το άλλο, αν και είναι εντελώς διαφορετικός ο τρόπος γραφής και οι στιγμές της δημιουργίας. Δεν περιμένω την έμπνευση, την κυνηγώ και προετοιμάζομαι εν είδη ιεροτελεστίας. Όμως κάθε είδος γραφής απαιτεί αφιέρωση. Γι' αυτό ασχολούμαι κάθε φορά με ένα είδος και για μεγάλη χρονική περίοδο. Ωστόσο αν είναι να επιλέξω μεταξύ των στιγμών της δημιουργίας, κι αυτό να ονομάσω κλίση, προκρίνω εκείνες της ποίησης όπου καίγομαι κυριολεκτικά από το ιερό πυρ και τη θεία μανία και γράφω σε κατάσταση ενσυνείδητης παραίσθησης. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, η ποίηση εμπεριέχεται και στο μυθιστόρημα, έστω και ως σταλαγματιές. Ποιο είναι το πιο αγαπημένο βιβλίο ή ποιητική συλλογή ή τραγούδι που έχετε γράψει; Δεν μπορώ να ξεχωρίσω. Ειδικά από το 2002 και μετέπειτα. Θεωρώ μεστά και ολοκληρωμένα έργα μου το 'Ιμαρέτ', τις ποιητικές συλλογές 'Το παραμιλητό των σκοτεινών θεών'και ' Έρωτας νυν και αεί', το μυθιστόρημα 'Παντομίμα φαντασμάτων' καθώς και τη συλλογή διηγημάτων 'Μόνο να τους άγγιζα'. Με αφορμή την ερώτηση σας, πάει ο νους μου στα πιο αδικημένα και αισθάνομαι όπως η μάνα, που το παιδί της έφυγε για άγνωστους τόπους χωρίς να βρει την τύχη του. Για παράδειγμα τα διηγήματα που τους άξιζε πολύ καλύτερη πορεία από εκείνης που έτυχαν το 2002 και γι' αυτό κάποια στιγμή θα τα τυπώσω ξανά. Όσον αφορά τα τραγούδια ισχύει το ίδιο. Προσπαθώντας να ξεχωρίσω ορισμένα θα έλεγα τα: 'Ό,τι αγαπώ είνι δικό σου', 'Δέκα μάγισσες', 'Γιατί πολύ σ' αγάπησα', 'Τι μου 'χει λείψει' και 'Eχθρός ο πόνος', το οποίο είναι σε ηπειρώτικους δρόμους. Ποιον Έλληνα και ποιόν ξένο συγγραφέα θαυμάζετε; Αποτέλεσαν ποτέ πρότυπο στην συγγραφή σας; Συγκεκριμένα πρότυπα δεν είχα σε καμιά περίοδο της ζωής μου. Εντυπωσιάζομαι όμως και θαυμάζω μεμονωμένα έργα πολλών. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε και παίζει η δημοτική παράδοση, καθώς και το καθημερινό σχολείο ή η κοινωνική ιστορία όπως τη λέω, που σπούδασα ανάμεσα στους καθημερινούς ανθρώπους και βέβαια το φυσικό περιβάλλον της Ηπείρου που μπόλιασε με χρώματα, γεύσεις, μυρουδιές και εικόνες την ψυχή μου. Αποτελεί διέξοδο η λογοτεχνία, η ποίηση, η μουσική στα αδιέξοδα της εποχής μας; Σε σημαντικό βαθμό, αρκεί να πρόκειται για Ποίηση, Λογοτεχνία ή για ποιοτική μουσική. Γιατί δεν φτάνει να διαβάσει κανείς ένα βιβλίο ή να ακούσει την όποια μουσική. Πρέπει να είναι ένα καλό βιβλίο ή ποιοτική μουσική. Αν ισχύει αυτό, μπορούν να αποτελέσουν διέξοδο και βήμα ως προς μια διαφορετική αντίληψη και πρόσληψη του κόσμου μας, όπου το αφύσικο έγινε φυσικό και το μη αναγκαίο, αναγκαίο. Να προβληματίσουν, να προτείνουν, να σταθούν ενάντια στην ευτέλεια της αισθητικής, να μεταφέρουν μηνύματα, να γεννήσουν στοχασμό και φυσικά να ψυχαγωγήσουν με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου. Βέβαια, αυτά αφορούν τους καλούς δέκτες, γιατί απαιτείται η συμμετοχή του αναγνώστη ή του ακροατή. Εν ολίγοις αποτελούν διέξοδο για κείνους που ακολουθούν ή θέλουν να μυηθούν σ' έναν άλλο τρόπο ζωής. Διαβάζουν οι Έλληνες; Δυστυχώς ελάχιστοι, σε ό,τι αφορά τη λογοτεχνία και απειροελάχιστοι την ποίηση. Ανθεί ωστόσο η παραλογοτεχνία, αλλά ακόμη και κει, από πλευράς αριθμών και ποσόστωσης είμαστε οι τελευταίοι της Ευρώπης. Κάναμε άλματα στην τεχνολογία και μείναμε στάσιμοι στον πνευματικό τομέα ή προχωρήσαμε ελάχιστα βήματα. Συγκεντρώνουμε γνώσεις σα να τις βάζουμε στον τορβά, μόνο και μόνο για να τις ανασύρουμε όποτε το απαιτούν οι όποιες επαγγελματικές μας επιδιώξεις. Για την καλλιέργεια της ψυχής, το σημαντικότερο κομμάτι της ύπαρξης μας, αδιαφορούμε στη συντριπτική μας πλειοψηφία. Το διαδίκτυο βοηθά την Λογοτεχνία; Κατ' αρχήν βοηθά με την έννοια που προανέφερα, ως προς την πολυφωνία στην αξιολόγηση των βιβλίων. Ακόμη, όσον αφορά την ενημέρωση για τα βιβλία που κυκλοφορούν, με την καταχώρηση και αποσπασμάτων και ανταλλαγή απόψεων, ώστε να φθάσουν στα μάτια των αναγνωστών και να διαγωνιστούν. Βοηθά τα μέγιστα και κατά το μέρος της έρευνας, όταν απαιτείται, τους ίδιους τους συγγραφείς, μέσω των ψηφιακών βιβλιοθηκών. Βέβαια, εξαρτάται πάντα από τη χρήση, γιατί από την άλλη πλευρά δημιουργεί εθισμό, έχοντας στο τέλος τα ίδια αποτελέσματα με την τηλεόραση. Να δημιουργεί, δηλαδή, παθητικούς χρήστες, που σπαταλούν αναίτια σημαντικό χρόνο και απομονώνονται τόσο από τη λογοτεχνία, όσο και από τον κόσμο γενικότερα. Είναι πιθανό να ζήσουμε τον θάνατο του 'χάρτινου βιβλιού'; Πολύ πιθανόν, αλλά όχι άμεσα. Η ουσία ωστόσο παραμένει ο λόγος. Έντυπος ή ηλεκτρονικός, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι ζήτημα εποχής και εξέλιξης. Είστε από την Ήπειρο αλλά ζείτε και εργάζεστε χρόνια στην Αθήνα. Σας αρέσουν οι ρυθμοί ζωής στην Μεγαλούπολη; Σας έχει βοηθήσει στην καλλιτεχνική σας πορεία; Η Ήπειρος ζωγράφισε και ζύμωσε την ψυχή μου. Η Αθήνα μου έδωσε τις ευκαιρίες που ποτέ δεν θα είχα στην περιφέρεια. Δυστυχώς στη χώρα μας, παρά τις ελάχιστες εξαιρέσεις, ό,τι αφορά την καλλιτεχνική και δημιουργική έκφραση έχει συγκεντρωθεί στην Αθήνα. Οι ρυθμοί έχουν να κάνουν με το γενικότερο τρόπο που προσλαμβάνει κανείς της ζωή. Αποφεύγω τις κακοτοπιές, τις ώρες της μεγάλης κυκλοφορίας, το συνωστισμό και προσπαθώ να έχω αφαιρετική σκέψη με όσα συνθέτουν την καθημερινότητα. Άλλωστε η γραφή με κρατά πολλές ώρες στο σπίτι, όπου το χειμώνα καίει διαρκώς δίπλα μου το τζάκι. Έχει και η μεγαλούπολη τις ομορφιές της, αρκεί να ξέρεις και να θέλεις να τις βρεις. Εντοπίζω μία κλίση προς την ανθρώπινη οντότητα ανεξαρτήτως άλλων παραγόντων, ιδίως στο τελευταίο σας βιβλίο. Τελικά ποια είναι η πατρίδα μας, ως άνθρωποι; Αυτή του ονείρου, της ουτοπίας, της παιδικής ηλικίας, της αγάπης; Ό,τι κτίζει καθένας μέσα του, αυτό είναι η πατρίδα του. Τι θα έπρεπε να κτίζει ή τι κτίζει, είναι άλλο θέμα. Η ανθρωπιά, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός, η φιλία, η κατανόηση του εφήμερου της ζωής μας και εξ' αυτού η καταδίκη της αλαζονείας και των μικροπρεπών συμπεριφορών μας, η αισθητική απόλαυση της ζωής, το όραμα, η ποίηση, η αγάπη, το όνειρο, η πνευματικότητα, το ήθος θα έπρεπε να είναι τα ζητούμενα μας. Αντί αυτών κυριαρχούν το κυνήγι της κατάκτησης κάθε υλικού 'αγαθού', η αισθητική ευτέλεια, η αλαζονεία, η μισαλλοδοξία, η φιλαυτία, το τυφλό μίσος, η ζηλοφθονία. Κι όλα αυτά οδηγούν στη διαφθορά, σε πρότυπα επιτυχίας που λάμπουν εξωτερικά και για να τα κατακτήσει κανείς αναλίσκει όλο το ζωτικό του χρόνο, ενώ μετέρχεται παντίους τρόπους. Γίναμε αναλώσιμοι καταναλωτές προϊόντων και καμαρώνουμε γι' αυτό, πολλοί κατακτήσαμε μια επίπλαστη ευμάρεια, ενώ δίπλα μας άλλοι στερούνται τα απολύτως απαραίτητα και χαθήκαμε σε τόσα άλλα ανόητα και ανούσια. Αποτέλεσμα να έχουμε απωλέσει στο τέλος της ημέρας το ήθος, την απλότητα και την ανθρωπιά μας. Που βρίσκεται ο συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος στο τελευταίο του βιβλίο; Είναι παρατηρητής, συμμετέχει ως πρωταγωνιστής, διαμορφώνει τα δρώμενα; Ο συγγραφέας είναι σε κάθε συλλαβή του βιβλίου του. Ο αληθινός δημιουργός κατά την ώρα της γραφής υποδύεται όλους τους ρόλους των ηρώων του και όπως όλοι τούτοι στροβιλίζονται μέσα του και τον κάνουν να γελά, να κλαίει, να θλίβεται, να μισεί, να αγωνιά, να προδίδει και να προδίδεται, να ερωτεύεται και τόσα άλλα, είναι ο πλέον κολασμένος. Είναι αλήθεια πως οι ήρωες από ένα σημείο κι έπειτα σε οδηγούν και παράλληλα τους οδηγείς. Μπλέκεσαι μαζί τους, ζεις σε μια παράπλευρη πραγματικότητα κι έχεις το ρόλο του παρατηρητή, του πρωταγωνιστή και του μικρού θεού που κινεί τα νήματα. Όλα όσα έγραφα, δηλαδή, σ' ένα διήγημα στη συλλογή 'Μόνο να τους άγγιζα'με τίτλο 'ο Κάδος'. Αν ήθελα να είμαι κάπου συγκεκριμένα είναι στη θέση του παππού Ισμαήλ για να κατέχω όλη αυτή τη σοφία της ζωής και να την εφαρμόζω στην πράξη. Τι νομίζετε ότι οδήγησε το τελευταίο βιβλίο σας στην επιτυχία; Κατά την άποψη μου συνέβαλαν οι αλήθειες τις οποίες περιέχει, τα μηνύματα που μεταφέρει, οι αληθοφανείς και πειστικοί χαρακτήρες, η παραστατική μεταφορά της εποχής εκείνης, το γεγονός ότι κινείται ανάμεσα στη καθημερινή ζωή και σε ό,τι περιέχει αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινο στοιχείο από τη γέννηση έως το θάνατο, ο στοχασμός, το λαογραφικό μωσαϊκό των τριών φυλών Ελλήνων, Τούρκων και Εβραίων που ζουν τότε στην Άρτα και γενικότερα η σοβαρή και κοπιαστική δουλειά που έγινε κι αναγνωρίστηκε από όσους το διάβασαν και το διέδωσαν. Όμως πάνω απ' όλα γιατί καταφέρνει να ταξιδέψει τον αναγνώστη στην ονειρική πολιτεία του λόγου και της φαντασίας. Τι προσπαθείτε να περάσετε με το 'Ιμαρέτ, στην σκιά του ρολογιού'; Πέρα από το ταξίδι του αναγνώστη στους δρόμους της λογοτεχνίας, με ενδιέφερε να μιλήσω για την ανάγκη ύπαρξης ανοικτών και ανεκτικών κοινωνιών, για την αλήθεια του 'άλλου', καθώς και για όλες τις πανανθρώπινες αξίες που πραγματεύεται το μυθιστόρημα και κατάφερναν να διατηρούνται σε πείσμα των όποιων εξουσιών απεργάζονταν τη διχόνοια. Όπως η φιλία, η αλληλεγγύη, η ανθρωπιά,η ανταπόδοση της ευεργεσίας, η αθωότητα, τη δύναμη του μητρικού φίλτρου κ.λπ. Ακόμη να μιλήσω για τις αμφίρροπες φυσικές δυνάμεις, της ζωής και του χρόνου που πάντα συγκρούονται και ο ορισμός του αποτελέσματος αυτής της σύγκρουσης συνοψίζεται στη παροιμία που χρησιμοποιεί ο παππούς Ισμαήλ: «Κάθε μάνας γέννα, πεσκέσι του θανάτου». Μια αμείλικτη αλήθεια η οποία δεν λέγεται για να μας τρομάξει, αλλά θυμίζοντας μας το πεπερασμένο της ζωής να χαλιναγωγήσει τη ματαιοδοξία μας, τις υπερφίαλες συμπεριφορές μας, τις αδικίες και τις έχθρες που καταδυναστεύουν τη σύντομη ζωή μας και να μας βοηθήσει να έρθουμε σε επαφή με τις πραγματικές διαστάσεις των επιδιώξεών μας. Συνάμα, και με το ψηλάφισμα εκείνης της μακρινής - αλλά όχι ανοίκειας με τη δική μας - εποχής, είναι πίστη μου ότι ο αναγνώστης οπλίζεται και μαθαίνει ώστε να αντικρίσει καθαρότερα τις αλήθειες του σήμερα. Είστε ικανοποιημένος με τον εαυτό σας και την δουλειά σας; Είμαι ικανοποιημένος για ό,τι έχω κάνει στη λογοτεχνία από το 2002 μέχρι σήμερα. Κάτω από δύσκολες συνθήκες και εργαζόμενος καθημερινά κανονικό ωράριο έδωσα κάθε ικμάδα της δύναμης μου, ενώ παράλληλα φρόντιζα να είμαι παρόν στην οικογένεια μου. Να σκέφτομαι: 'αν οι συνθήκες ήταν αλλιώς θα έκανα και τούτο και κείνο' δεν ωφελεί. Ευχαριστώ πολύ! epilogesmagazines.gr
0 Comments
Leave a Reply. |
ΕπικοινωνίαΤις καταγγελίες, τα παράπονα και τις απόψεις σας, μπορείτε να τα στείλετε στο email:
taneatismikrospilias24 @yahoo.gr Δημοφιλέστερα άρθρα |